Θα ξεκινήσω ανάποδα. Οχι από την αρχή, αλλά από το τέλος της διαδρομής για την μουσική βιομηχανία στην Ελλάδα με την μορφή που την ξέραμε εως τώρα. Κάθε «τέλος εποχής» αυτοπροσδιορίζεται κατά έναν περίεργο τρόπο από έναν πρακτικό «συμβολισμό». Για την χώρα μας ένας τέτοιος συμβολισμός αποτελεί η στιγμή της κατεδάφισης των studio ηχογράφησης της columbia. To ποιοί πήραν την απόφαση για την συγκεκριμένη ενέργεια αποκτά τεράστια σημασία. Είναι οι σημερινοί ιδιοκτήτες -οι απόγονοι του ΜΙΝΩΣ ΜΑΤΣΑ- του χώρου που έγινε η κατεδάφιση, όπου στεγαζόντουσαν γραφεία, αποθήκες και τα studio της Ελληνικής μουσικής αυτοκρατορίας που «έχτισε» ο ίδιος. Για ποιόν λόγο έγινε αυτό; Μά φυσικά για να φτιαχθεί ένα μεγάλο συγκρότημα πολυτελέστατων κατοικιών. Το να γκρεμιστεί μέσα σε μία νύχτα, με ευθύνη του υπουργείου πολιτισμού που δεν «ήξερε» και δεν «κατάλαβε» ότι χάνεται στην κυριολεξία ένα μουσείο τέχνης το οποίο «μεγάλωσε» μουσικά γενιές και γενιές και το οποίο φιλοξένησε συνθέτες και μουσικούς που σφράγισαν με την παρουσία τους την ιστορική διαδρομή της νεώτερης Ελλάδας, αποτελεί την οπτική γωνία με την οποία χρόνια τώρα βλέπουν οι δισκογραφικές εταιρείες και το Ελληνικό κράτος το «βιομηχανικό προιόν» που ακούει στο όνομα μουσική.
Υπηρετώντας αυτόν τον χώρο τα τελευταία είκοσι χρόνια σχεδόν, από την πλευρά των «συνεργατών» όπως αποκαλούσαν οι δισκογραφικές εταιρείες τους ιδιοκτήτες δισκοπωλείων και το απασχολούμενο προσωπικό τους, είχα την τύχη να αποκτήσω εμπειρία για το πώς σκέφτονται και λειτουργούν τα μονοπώλια, πώς ρυθμίζονται οι νόμοι της «ελεύθερης αγοράς» του συγκεκριμένου προιόντος. Είχα την τύχη να συνειδητοποιήσω από πολύ «πρώτο χέρι» το παντελώς ηλίθιο της σημασίας του όρου «υγιής ανταγωνισμός».
Το εκπληκτικό με τον συγκεκριμένο χώρο είναι, ότι κάθε πολυεθνική δισκογραφική εταιρεία αποτελεί από μόνη της ένα μονοπώλιο ! Ολα αυτά τα μονοπώλια συγκροτούν ένα καρτέλ που διαμορφώνει απόλυτα και εντελώς αυθαίρετα όχι μόνο την τιμή του προιόντος – πράγμα παράνομο απο την Ευρωπαική νομοθεσία- αλλά και την διαχρονική εξέλιξη σε καθαρά πολιτιστικό επίπεδο της μουσικής κουλτούρας και διαπαιδαγώγησης του ευρύτερου παγκόσμιου μουσικού κοινού. Με λίγα λόγια οι δισκογραφικές εταιρείες προσπαθουν να «επιβάλλουν» μέσω συγκεκριμένων τρόπων προώθησης, το είδος της μουσικής που θα ακούει ο ακροατής και εν δυνάμει καταναλωτής.
Πόσοι από εμάς έχουν συνειδητοποιήσει ότι στην ουσία δεν υπάρχει -παρά στο ελάχιστο- ανταγωνισμός μεταξύ αυτών των εταιρειών; Στα σούπερ μάρκετ μπορείς να βρείς και να συγκρίνεις τιμές μεταξύ βασικών αγαθών. Συγκρίνεις τις τιμές στο αλεύρι λόγου χάρη, συγκρίνεις τις τιμές στο γάλα, στα γιαούρτια, σε όλα τα είδη.
Στην μουσική βιομηχανία δεν υπάρχουν τέτοιοι νόμοι. Γιατί ο κάθε καλλιτέχνης, μουσικός, ερμηνευτής, συνθέτης μπορεί να υπογράψει συμβόλαιο συνεργασίας μόνο σε μια εταιρεία, και η δουλειά του μπορεί να εκδωθεί μόνο από την εταιρεία που έχει τα δικαιώματα του για όσο χρόνο διαρκεί το συνήθως αποικιοκρατικό συμβολαιο που καλείται να υπογράψει κυρίως ο νεοεμφανιζόμενος καλλιτέχνης. Με λίγα λογια η κάθε εταιρεία κατέχει στην κυριότητα της ένα μοναδικό προιόν που αποκλείεται να το βρείς από κάπου αλλού για να μπορείς να συγκρίνεις τιμές.
Δανειζομαι στην τύχη ένα όνομα. Γιάννη Πάριος. Γνωστός και μη εξαιρετέος. Εκατομμύρια πωλήσεις στην καριέρα του σε δίσκους, κασσέτες, CD και τώρα DVD. Εαν θέλεις να ακούσεις την νέα μουσική δουλεία του συγκεκριμένου καλιτέχνη μπορείς να την προμηθευτείς μόνο από την MINOS-EMI. Από πουθενά αλλού. Καμία άλλη εταιρεία δεν έχει τα δικαιώματα του. Εαν θέλεις να ακούσεις τον Παχάλη Τερζή, μόνο από την SONY-BMG. Από πουθενά αλλού. Εαν γουστάρει το παιδί σου να ακούσει το τραγούδι του Ρουβά, που θα μας εκποσωπήσει στην EUROVISION, μπορεί να το αγοράσει ο καταναλωτής αλλά και η επιχείρηση που θα του το προσφέρει μόνο από την UNIVERSAL. Απο πουθενά αλλού! Μια ωραία πρωία λοιπόν συνεδριάζει το Διοικητικό συμβούλιο του I.F.P.I. που αποτελείται από τους διευθυντές των Εν Ελλάδι δισκογραφικών εταιρειών και μεταξύ άλλων, συζητάνε και το θέμα των τιμών. Πρώτη τον χορό των αυξήσεων ξεκινάει η MINOS-EMI. Η ναυαρχίδα της Ελληνικής μουσικής βιομηχανίας είτε στο Ελληνικό, είτε στο διεθνές ρεπερτόριο γιατί καλύπτει το 60% περίπου της παραγωγής στην Ελληνική μουσική βιομηχανία. Είναι ο λεγόμενος «καινούργιος τιμοκατάλογος» που έν ήδοι κυβερνητικού διατάγματος αποστέλεται σε όλους τους «συνεργάτες». Σε λιγότερο από μια εβδομάδα ακολουθούν «νέοι τιμοκατάλογοι» από σχεδόν όλες τις υπόλοιπες δισκογραφικές εταιρείες. Με αυτόν τον τρόπο το cd το βρήκα σαν εμπόρευμα στα εννέα ευρώ( 2.700 δρχ. τότε…) περίπου -οι νέες κυκλοφορίες- το 1989, και τα άφησα στα είκοσι δύο ευρώ !!! το 2008. Μια αδικαιολόγητη αύξηση του 150% περίπου. Και να σκεφτεί κανείς ότι η τιμή του cd, στις νέες κυκλοφορίες σταθεροποιήθηκε στα δεκαοχτώ με είκοσι ευρώ από το 2.000 !!!. Εαν δεν είναι αυτός ο ορισμός του καρτέλ, τότε ποιός είναι ;
Μεταφερόμαστε Χριστούγεννα του 1995(;). Συνήθως στις εορταστικές περιόδους της αγοράς, στην δισκογραφία κυκλοφορούν όλες οι νέες μουσικές δουλειές των γνωστών ονομάτων. Τότε βέβαια δεν υπήρχε κρίση. Θα σας καταθέσω μια μαρτυρία για το πώς οι ίδιες οι εταιρείες δημιούργησαν με την πολιτική τους την κρίση στην δισκογραφική αγορά, πρίν καν αυτή επεκταθεί σε όλους τους τομείς. Τότε είμαι μέλος του Δ.Σ. του Πανελληνίου συλλόγου δισκοπολών, που αντιπροσωπεύει περίπου 200 μικρομεσαία δισκοπωλεία από τον Εβρο εώς την Κρήτη. Εννοείται πως η τότε αλυσίδα δισκοπωλείων «METROPOLIS» αλλά και τα μεγάλα δισκοπωλεία της Θεσσαλονίκης «ΠΑΤΣΗΣ» αρνούνται να γίνουν μέλη στον σύλλογο μας γιατί θέλουν να έχουν «μεγαλύτερα περιθώρια ευελιξίας στις κατ’ ιδία διαπραγματεύσεις με τις εταιρείες» όπως μας δηλώθηκε. Κατανοητό αυτό. Εκείνη την εποχή λοιπόν το cd με βάση τους νέους τιμοκαταλόγους που μας έστειλαν, παρουσίαζε μια αύξηση μέσα σε πέντε χρόνια 100%. Αρχίζουμε να διαμαρτυρόμαστε σαν σύλλογος πιά. Παίρνω τηλέφωνο τον οικονομικό διευθυντή της ΜΙΝΟΣ και ακολουθεί ο παρακάτω διάλογος :
- Kύριε τάδε μου (σημ. συντάκτη…που δυστυχώς δεν θυμάμαι το όνομα σου ρε κερατά…) δεν καταλαβαίνετε ότι η συγκεκριμένη οικονομικη πολιτική που ακολουθείτε με τις συνεχόμενες αυξήσεις θα επιφέρει μεγάλο πρόβλημα στην αγορά; Δεν καταλαβαίνετε ότι το συγκεκριμένο προιόν έχει ανάγκη από μια διαφορετική αντιμετώπιση ;
- Και τι θέλετε να κάνουμε. Οταν πέφτουν οι πωλήσεις εμείς αυξάνουμε τις τιμές για να ισοσκελίσουμε τον ισολογισμό της εταιρείας. Σε ένα μήνα είμαστε υποχρεωμένοι να παρουσιάσουμε το ισολογισμό βάσειτων οικονομικών στόχων που μας έβαλαν οι απ’ έξω. ( Οπου οι «απ’ έξω» στην συγκεκριμένη περίπτωση βάζεται τον οικονομικό διευθυντή της EMI στην Αγγλία που μοιράζει τους οικονομικούς στόχους της κάθε χρονιάς στους εδώ διευθυντές των θυγατρικών. Η ΕΜΙ έχει ήδη εξαγοράσει την ΜΙΝΩΣ στην εποχή που αναφέρομαι.)
- Μα είναι λογική αυτή που μου λέτε; Πως εμείς θα δώσουμε στον καταναλωτή ένα cd στην τιμή των 16 και 17 ευρώ ; Δεν καταλαβένεται ότι εμείς τα μαγαζιά θα πληρώσουμε την πολιτική σας και οι καταναλωτές θα γυρίσουν την πλάτη σε όλους μας ;
- Τι να σου κάνω εγώ; Οποιο μαγαζί θέλει ας μην αγοράσει τον Πάριο. Ο καταναλωτής που θέλει να τον αγοράσει, θα τον βρεί στο επόμενο μαγαζί, αλλά και συλογικά να μου πείς ότι δεν θα τον αγοράσετε θα το δώσουμε στα μεγάλα μαγαζιά και στις «αλυσίδες». Εσείς θα χάσετε. Πάριο έχουμε μόνο εμείς, και εμείς καθορίζουμε τις τιμές.
Τέλος διαλόγου. Εκβιασμός είπατε; Εχει και συνέχεια !
Kατα αρχάς να ζητήσω συγνώμη προκαταβολικά, δεν θυμάμαι εάν όλα αυτά έγιναν το 94, το 95, ή το 96. Οπως θα δείτε έχει μικρή σημασία. Τα πρώτα σημάδια λοιπόν της πτώσης στις πωλήσεις ηχογραφημάτων δεν άργησαν να φανούν. Λογικό, εάν σκεφθεί κανείς ότι ακόμη και σήμερα χρειάζεται ενα ημερομίσθιο του βασικού μισθού για να αγοράσει κανείς ένα cd!. Αμέσως μετά από εκείνον τον διάλογο και το τέλος της εορταστικής περιόδου, πραγματοποιούμε γενική συνέλευση σαν σύλλογος και αποφασίζουμε να αντιδράσουμε. Κανονίζουμε να δούμε όσους διευθυντές μπορούμε ξεχωριστά τον καθένα στην αρχή, να επισκεφθούμε το σωματείο των Ελλήνων Τραγουδιστών, να επισκεφθούμε τον τότε υφυπουργό εμπορίου Κ. Χρυσοχοίδη, να διοργανώσουμε μια κεντρική εκδήλωση στο Θέατρο ΠΑΛΛΑΣ για να ενημερώσουμε τον κόσμο για την πολιτική των εταιρειών και τέλος να παραστούμε στην επόμενη συνεδρίαση του I.F.P.I. και να συζητήσουμε τα προβλήματα της μουσικής βιομηχανίας παρουσία όλων των διευθυντών των δισκογραφικών εταιρειών. Και ήρθε η ώρα να μιλήσω με ονόματα. Προσωπικά συμμετέχω σε δύο συναντήσεις στην αρχή. Με τον κ. ΜΙΛΤΟ ΚΑΡΑΤΖΑ τότε διευθυντή της BMG ο οποίος ήταν και ο πρόεδρος του Δ.Σ. του τότε I.F.P.I. και στην συνέχεια με τον κ. ΚΩΣΤΑ ΚΑΠΠΟ ο οποίος ήταν διευθυντής της Ελληνικής MUSIC-BOX που τότε πρόσφατα είχε συγχωνευτεί με την ΛΥΡΑ, μια από τις ιστορικότερες Ελληνικές εταιρείες της μουσικής βιομηχανίας που αποτελούσε το αντίπαλο δέος για τις πολυεθνικές εταιρείες στην εγχώρια μουσική αγορά. Υποσχέσεις και από τους δύο, κυρίως όμως από τον κ. ΚΑΠΠΟ για υποστήριξη των αιτημάτων μας, στο επερχόμενη κρίσιμη συνεδρίαση. Συνάντηση με τον Χρυσοχοίδη και δευσμεσή του ότι θα εξετάσει το αίτημα μας για μείωση του ΦΠΑ στα μουσικά είδη από 18% σε 8%. Αυτομάτως θα είχαμε μια μείωση τιμής της τάξης του 10%. Υποσχόμαστε και εμείς σαν σύλλογος να πιέσουμε τις εταιρείες και τα μέλης μας για περαιτέρω μείωση των τιμών. Συναντάμε εκπροσώπους από τους τραγουδιστές, όπως ΚΩΣΤΑ ΤΟΥΡΝΑ και ΔΗΜΗΤΡΑ ΓΑΛΑΝΗ. Πλήρης ταύτιση απόψεων, ενώ μας διαβεβαιώνουν ότι και εκείνοι αντιμετωπίζουν μεγάλα προβλήματα με την μη καταβολή των πνευματικών δικαιωμάτων από τις δουλειές τους, ενώ σε πολλές περιπτώσεις τα λογιστήρια των εταιρειών δεν τους επιτρέπουν να δουν στοιχεία πωλήσεων από τους δίσκους τους !!! Διοργανώνουμε με την υποστήριξη τους, μια καταπληκτική συζήτηση-μουσική εκδήλωση σε ένα ασφυκτικά γεμάτο θέατρο ΠΑΛΛΑΣ που την ονομάζουμε «για την χαμένη “τιμή” του Ελληνικού τραγουδιού». Το μουσικό μέρος της εκδήλωσης απ’ ότι θυμάμαι καλύπτει η ΤΑΝΙΑ ΤΣΑΝΑΚΛΙΔΟΥ και ο ΑΛΚΙΝΟΟΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ. Ενημερώνουμε τον κόσμο για τις ενέργειες μας και για τα προβλήματα της Ελληνικής δισκογραφίας, προσπαθώντας να αναδείξουμε την πολιτιστική διάσταση του προβλήματος και ότι σαν προιόν καλλιτεχνικής έμπνευσης διαφοροποιείται από τα υπόλοιπα άψυχα εμπορικά προιόντα, απαιτώντας παράλληλα την δραστική μείωση των τιμών έτσι ώστε να είναι εύκολα προσβάσιμο σε κάθε σπίτι και κοινωνική τάξη.
Μετά από όλα αυτά έρχεται η μέρα της κρίσης. Μια πενταμελής επιτροπή του συλλόγου μας, μεταξύ αυτών και εγώ, συμμετέχουμε στην συνεδρίαση του ΔΣ του IFPI. Συμμετέχουν οι κ.κ. ΚΑΡΑΤΖΑΣ, ΚΑΠΠΟΣ, ΙΩΑΝΝΟΥ από την UNIVERSAL και ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΤΡΙΔΗΣ – ο γνωστός μουσικός παραγωγός- τότε διευθυντής της VIRGIN.
Toυς διευθυντές της MINOS – EMI και της SONY δεν τους θυμάμαι. Η ατμόσφαιρα είναι από εχθρική εώς πολεμική. Μας δηλώνουν απερίφραστα, ότι εαν μειωθεί το ΦΠΑ σε 8% την άλλη μέρα θα βγούν όλες οι εταιρείες μαζί και θα ανακοινώσουν νέες αυξήσεις των προιόντων τους της τάξης του 10% !!!. Αρνούνται οποιαδήποτε μείωση τιμών, ενώ θυμάμαι τον κ. ΙΩΑΝΝΟΥ σηκωμένο όρθιο, να φωνάζει και να λέει «δεν θα κάνετε εσείς ότι θέλετε, εμείς θα καθορίσουμε τις τιμές, είναι δικά μας τα προιόντα και όποιος γουστάρει ας αγοράζει». Αυτός ήταν ο ρόλος του σκληρού «μπάτσου». Δείτε τώρα και τον ρόλο του καλού «μπάτσου». Απο τον διευθυντή της ΜΙΝΩΣ ή της SONY (δυστυχώς αυτή την λεπτομέρεια δεν την θυμάμαι καλά…) να μας λέει… «ελάτε ρε παιδιά ας βρούμε μια λύση, αφού έτσι και αλλιώς το σίγουρο είναι ότι τουλάχιστον τα μισά σας μέλη θα ακολουθήσουν την πολιτική μας, με κάποιες “παροχές” επιπλέον που θα τους δώσουμε, ενώ άμεσος στόχος μας είναι να βοηθήσουμε τις μεγάλες λιανικές αλυσίδες του προιόντος μας, να ανοίξουν και άλλα σημεία πώλησης σε μεγάλους δήμους. Είναι κρίμα εσείς να “πεταχτέιτε έξω” από την αγορά». Ωμός εκβιασμός είπατε ;
Οσοι είχαν πεί ότι θα μας υποστηρίξουν είχαν πιεί το αμίλητο νερό, ενώ ακόμα θυμάμαι τον ΓΙΑΝΝΗ ΠΕΤΡΙΔΗ επί τρείς ώρες που κράτησε η κουβέντα, να έχει σκύψει το κεφάλι του, να μην καταφέρνει να αρθρώσει μία λέξη και να μην συμμετέχει καθόλου στην συζήτηση. Προφανώς διαφωνούσε απόλυτα με αυτά που έλεγαν οι συνάδελφοι του, αλλά που θάρρος να διαφωνήσει ανοικτά μαζί τους. Μεγάλη υπόθεση η καρέκλα του Διευθυντή σε δισκογραφική εταιρεία.
Ουτε καταλάβαμε πώς πέρασε ο χρόνος της συνάντησης. Φύγαμε εντελώς απογοητευμένοι από αυτά που ακούσαμε. Μετά από έναν μήνα περίπου, κάναμε γενική συνέλευση στο κτήριο της ΓΕΣΕΒΕ με πάνω από 100 μέλη από όλη την Ελλάδα. Εκεί, σε αυτήν την συνέλευση απλά επικυρώθηκε ο «θάνατος του εμποράκου». Κοινώς «όσο αντέξει ο καθένας μας». Προφανώς είχαν προηγηθεί τηλεφωνήματα από ανθρώπους των εταιρειών σε συγκεκριμένα μαγαζιά, στους πιό «παλιούς» του χώρου και άρχισαν οι τοποθετήσεις του στύλ «έχω οικογένεια να ζήσω, δεν μπορώ στα πενήντα μου να τα βάλω με τις εταιρείες»…«κοιτάχτε να συμβιβάσετε τα πράγματα»….«να πάρουμε τις εκπτώσεις που μας δίνουν»…χωρίς η πλειοψηφία των μελών να έχει την διάθεση να αντιληφθεί ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο ένα μικρό ποσοστό έκπτωσης ή μια παράταση πληρωμής κατά ένα μήνα, αλλά γενικότερα πρόβλημα της οικονομικής πολιτικής των εταιρειών και ότι σύντομα θα το βρίσκαμε μπροστά μας. Μια πρόταση που έγινε για την διερεύνηση δυνατοτήτων μήπως σαν σύλλογος φτιάξουμε έναν δικό μας συναιτερισμό στο πλαίσιο της κοινής αγοράς του προιόντος από τις εταιρείες, μαζικά από όλα τα μέλη του συλλόγου, διεκδικώντας έτσι καλύτερες τιμές, αποδοκιμάστηκε εν τη γενέσει του.
Ουσιαστικά από τα τέλη της δεκαετίας του 90 αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση. Αυτό έρχεται σαν αποτέλεσμα των βραχυπρόθεσμων οικονομικών πολιτικών των δισκογραφικών εταιρειών που ενδιαφέρονται μόνο για άμεσα αποτελέσματα στα «κλεισίματα» των ισολογισμών χωρίς επί της ουσίας να υπάρχει μακροπρόθεσμη πολιτική για την προστασία του προιόντος. Τότε βέβαια ξεκινάει και η τεχνολογική έκρηξη του «κατεβάσματος» μουσικής από το internet, αλλά σας πληροφορώ ότι οι εταιρείες απλά παρακολουθούν χωρίς να μπορούν να επέμβουν στο συγκεκριμένο φαινόμενο. Η αντίδραση τους στην κρίση είναι σπασμωδική. Αρχίζουν να πουλάνε σε εξευτελιστικές τιμές με τον σορό, μουσικά προιόντα σε εφημερίδες και περιοδικά. Οσο η αγορά των cd γονατίζει και τα μικρομεσαία μαγαζία κλείνουν το ένα πίσω από το άλλο, αρχίζουν να αναζητούν νέα σημεία πώλησης. Τα βρίσκουν στα σουπερμάρκετ, χρηματοδοτούν νέες αλυσίδες πολυκαταστημάτων, μοιράζουν αφιδώς τα προιόντα τους στα περίπτερα, αρχίζει η πώληση μουσικών κομματιών σε εταιρείες κινητής τηλεφωνίας. Η πτώση όμως συνεχίζεται. Αρχίζουν οι απολύσεις προσωπικού, περικοπές μισθών, υπερωρίες δεν πληρώνονται πουθενά, μειώνουν τα κόστη της παραγωγής του προιόντος, πνευματικά δικαιώματα μόνο στα «πρώτα» ονόματα αποδίδονται, κλείνουν τις αποθήκες τους στις οποίες δούλευαν εκατοντάδες άνθρωποι, πουλάνε περιουσιακά τους στοιχεία μέχρι και τα αυτοκίνητα διανομής, διαλύουν τα δίκτυα διανομής τους, ξενοικιάζουν γραφεία μετακομίζοντας σε μικρότερα και τέλος συγχωνεύονται μεταξύ τους. Η ζημιά όμως έχει γίνει και είναι ανεπανόρθωτη. Το προιόν έχει ευτελιστεί, έχει χάσει την «μαγεία» του, ενώ οι καλές μουσικές δουλειές είναι πλέον ελάχιστες. Και εδώ αναρωτιέται κανείς : Που πήγαν όλα αυτά τα εκατομμύρια των εκατομμυρίων σε καθαρά κέρδη που την περίοδο 1970-1990 συσώρευσε η Ελληνική μουσική βιομηχανία;
Αλήστου μνήμης, η προσωπική μαρτυρία πρώην διευθυντή Ελληνικου Ρεπερτορίου της ΜΙΝΩΣ να μου λέει ότι «όταν έπεσε η χούντα και μπορούσαμε να ακούμε ελεύθερα ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ, ΜΑΝΟ ΛΟΙΖΟ, ΜΑΝΟ ΧΑΤΖΗΔΑΚΙ, πήγαμε και ανοίξαμε τις κλειδωμένες αποθήκες της εταιρείας. Χιλιάδες δίσκοι και κασσέτες βρέθηκαν εκεί. Είχαν φτιαχθεί πριν από το πραξικόπημα. Τα καθαρίσαμε και τα πουλήσαμε με τιμές του 75 και του 76 ενώ αυτά είχαν φτιαχθεί δέκα χρόνια πρίν. Μιλάμε για τεράστιο κέρδος. Το πολιτικό τραγούδι μέχρι το 85 μας άφησε τεράστια ποσά». Είπατε κάτι;
Για να σας «φτιάξω» λίγο περισσότερο ακόμα, να σας πώ ότι οι δισκογραφικές πληρώνουν μειωμένη φορολογία. Πώς γίνεται αυτό ; Το κράτος παρέχει το δικαίωμα κάθε χρόνο να φτιάχνεται ένα πρωτόκολο καταστροφής «άχρηστων εμπορευμάτων». Το λεγόμενο stock. Οι εταιρείες λοιπόν καταστρέφουν ότι «σαβούρα» τους έχει μείνει από παλαιότερες αποτυχημένες εμπορικά κυκλοφορίες, και το ποσό που αντιστοιχεί στο κατεστραμένο υλικό, αφαιρείται αμέσως από το ποσό που καλούνται να πληρώσουν κάθε χρόνο στην Εφορία. Καλό;
Την δεκαετία του 60 υπήρχαν καταγεγραμμένα γύρω στα 700 καταστήματα δίσκων σε όλη την Ελλάδα. Αυτήν την στιγμή δεν γνωρίζω εάν έχουν μείνει πάνω από 100 μικρομεσαίες επιχειρήσεις σε όλη την χώρα. Ακόμα και οι «μεγάλες αλυσίδες » αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα ρευστότητας. Οι παλιοί τους σύμμαχοι, τους έχουν εγκαταλείψει. Ομηρικοί καυγάδες ξεσπούν μεταξύ τους, γιατί οι εταιρείες προσπαθούν να πάρουν πίσω τις παροχές που τους έδωσαν, σε εκπτώσεις, παρατάσεις πληρωμών και παρακαταθήκες εμπορευμάτων.
Η λογική της απληστίας του κέρδους κατά την περίοδο της «χρυσής εποχής» της Ελληνικής Δισκογραφίας και οι τακτικές των τελευταίων ετών κατά την περίοδο της κρίσης είχαν τα συγκεκριμένα αποτελέσματα. Με ποιά λογική ένας δίσκος cd του Μάνου Χατζιδάκη – Το χαμόγελο της τζοκόντας ας πούμε – μετά από περίπου σαράντα χρόνια από την αρχική του έκδοση και έχοντας πουλήσει παγκοσμίως πάνω από 3.000.000 αντίτυπα !!!…συνεχίζει να βρίσκεται στην κατηγορία Top Price της ξεφτιλισμένης MINOS-EMI και να πωλείται σήμερα στην τιμή των 17 ευρώ περίπου; Μιλάμε για μια από τις μεγαλύτερες «απάτες» στην ιστορία της βιομηχανίας. Είναι τα αποτελέσματα της αυτορρύθμισης της αγοράς από τα μονοπώλια των δισκογραφικών εταιρειών.
Και οι υπόλοιποι ενδιαφερόμενοι ( καλλιτέχνες – δισκοπώλες ) που είναι ; Πουθενά !!! Ο καθένας στο μαγαζάκι του να περισσώσει ότι μπορεί. Οι μαγαζάτορες να προσπαθούν να ελειχθούν «κατά μόνας», ενώ η πλειοψηφία των καλλιτεχνών να κυνηγάει ένα καλό συμβόλαιο, με καλούς συνθέτες που θα τους δώσει μια πρόσκαιρη επιτυχία ανεβάζοντας έτσι έστω και προσωρινά τα νυχτοκάματα τους στις βραδυνές πίστες. Ολοι τους καταλαβαίνουν ότι είναι αναλώσιμα προιόντα και προσπαθούν να εκμεταλευτούν το γεγονός αυτό, για όσο ακόμα τα φώτα της διασημότητας θα «πέφτουν» επάνω τους. Ακόμα και νέοι καλλιτέχνες, νέα συγκροτήματα δίνουν γή και ύδωρ στις δισκογραφικές για λίγο glamour, λίγη φήμη, λίγη δημοσιότητα. Τα παλιά «βαριά» ονόματα έχουν αποσυρθεί και κάνουν μάλλον περιοδικές εμφανίσεις στην μουσική σκηνή του τόπου. Ετσι και αλλιώς δεν έχουν ανάγκη. Οι ίδιες οι εταιρείες δεν έχουν ανάγκη πιά. Υπάρχει όπως λένε «χρονικός ορίζοντας ανάκαμψης». Και μην σας φαίνεται περίεργο. Στήνουν τα δικά τους μαγαζιά στο internet. Αυτό σημαίνει δραστική μείωση του κόστου παραγωγής, λόγω μη κατασκευής φυσικού προιόντος. Σημαίνει βέβαια περισσότερες απολύσεις και νέα αποικιοκρατικά συμβόλαια προς τους καλλιτέχνες. Αλλά ποιός νοιάζεται ; Μήπως το κράτος ; Αυτό παρακολουθεί απλά την αυτορρύθμιση της αγοράς. Η ιστορία θα επαναλειφθεί. Μοναδική διέξοδος σε όλα αυτά φαντάζει να είναι η διακίνηση του μουσικού προιόντος από τους ίδιους τους δημιουργούς του στο internet. Χωρίς μεσάζοντες, χωρίς νταβάδες στην έμπνευση και στην δημιουργία. Για τον καταναλωτή καλό θα ήταν να στηρίξει τέτοιες προσπάθειες και κυρίως να στηρίξει μικρά επιλεγμένα δισκοπωλεία που έχουν εξειδίκευση στο ρεπερτόριο τους, σε ποιοτική μουσική από τον Ελληνικό και διεθνή χώρο.
Για τους υπόλοιπους κατεβάστε άφοβα ότι θέλετε από το internet, χωρίς να δίνεται σημασία στο ηλίθιο σλόγκαν «η πειρατεία σκοτώνει την μουσική». Οι εταιρείες την δολοφόνησαν πολύ πριν εμφανισθεί η «πειρατεία».